NOΣΟΣ PERTHES (LEGG-CALVE-PERTHES) Ή ΟΣΤΕΟΧΟΝΔΡΙΤΙΔΑ ΙΣΧΙΟΥ

γράφει ο Κολοβός Αλέξανδρος, Φυσικοθεραπευτής

Η Νόσος Perthes είναι μία παθολογική κατάσταση τής άρθρωσης τού ισχίου στην παιδική-εφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται από κυκλοφορική (αγγειογενή) διαταραχή της ανάπτυξης του συζευκτικού χόνδρου (επιφυσιακή πλάκα), ο οποίος προοδευτικά μετατρέπεται σε οστό κατά την περίοδο ανάπτυξης τού ανθρώπου. Έτσι εξηγείται και ο επιστημονικός όρος “οστεοχονδρίτις” (Βλάχος Ι, 2015). Αποτελεί μία μορφή άσηπτης (μη λοιμώδους - μη μικροβιακής) φλεγμονής, η οποία παρουσιάζει 3 φάσεις: α) Ισχαιμίας χόνδρου και οστικής νέκρωσης, β) επαναγγείωσης και κατακερματισμού και γ) παραμόρφωσης και αναδιαμόρφωσης. Ο προαναφερθείς κύκλος φάσεων διαρκεί συνολικά 2 μέχρι 4 χρόνια. Σε ένα ποσοστό της τάξεως του 20% περίπου, η νόσος έχει αμφοτερόπλευρη μορφή (Peltier LF, 1981).


Η οστεοχονδρίτιδα ισχίου είναι σχετικώς σπάνια (1 στις 1200 γεννήσεις) και μπορεί να εμφανιστεί σε παιδιά ηλικίας από 18 μηνών έως 18 χρονών. Στην μεγαλύτερη συχνότητά της όμως, αφορά παιδιά από 4 έως 8 ετών. Σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα, όσο μεγαλύτερης ηλικίας είναι το άτομο που θα διαγνωστεί με την νόσο Perthes, τόσο δυσμενέστερη είναι η πρόγνωση ως προς τη μελλοντική αρθρική παραμόρφωση και τις συνεπακόλουθες επιπτώσεις που σχετίζονται με εκείνη (Παπαλουκάς Ν, 2018).
Όσον αφορά το φύλο, η νόσος είναι 4 έως 5 συχνότερη στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια. Επίσης, σε ό,τι έχει να κάνει με το φυλετικό κομμάτι, ο συγκεκριμένος τύπος οστεοχονδρίτιδος συναντάται περισσότερο σε Ασιάτες και Ευρωπαίους πολίτες και σπανιότερα σε Αυστραλούς, Αμερικανούς ή Αφρικανούς (Weinstein SL, 1997).

KΛΙΝΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ-ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Το πιο συχνό σύμπτωμα που εμφανίζεται κατά την πρώιμη φάση της πάθησης είναι ο πόνος στο ισχίο, το μηρό ή και το γόνατο (ποικίλης έντασης). Το άλγος εμφανίζεται στην όρθια στάση και στη βάδιση (χωλότητα), επιδεινώνεται με το τρέξιμο ή τα άλματα και γενικώς υποχωρεί κατά την ανάπαυση. Στο 25% περίπου του συνόλου των περιπτώσεων, το μοναδικό αρχικό στοιχείο είναι η ανώδυνη χωλότητα. Τέλος, σε ένα μικρό ποσοστό ασθενών, παρατηρείται πυρετός που δεν μπορεί να εξηγηθεί και ενδέχεται να αποδοθεί (εσφαλμένα) σε παιδική σηπτική (μικροβιακή) αρθρίτιδα.
Κατά την κλινική εξέταση διαπιστώνεται (γενικώς): α) Περιορισμός της παθητικής και ενεργητικής κινητικότητας της άρθρωσης του ισχίου, κυρίως της έξω στροφής και της απαγωγής. β) Ατροφία των μυών του μηρού (και όχι μόνο), κατάσταση η οποία δημιουργείται από τη μειωμένη χρήση-στήριξη του πάσχοντος άκρου (ή άκρων). Η μυϊκή ομάδα που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αδυναμία είναι εκείνη των απαγωγών, πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση παθολογικής βάδισης τύπου “Trendelenburg”. Η προαναφερθείσα κατάσταση επιδεινώνει τον ήδη διαταραγμένο κύκλο βάδισης. γ) Ανισοσκελία, εξαιτίας της καθίζησης της μηριαίας κεφαλής (σε καταστάσεις μέτριας και ιδίως σοβαρής βαρύτητας). δ) Μικροσωμία, λόγω βραδείας και ανεπαρκούς οστικής ανάπτυξης ποσοστού πασχόντων.

 

ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ

Οι απλές ακτινογραφίες είναι πολύ σημαντικές, ώστε να τεθεί ή να επιβεβαιωθεί η διάγνωση της νόσου. Οι ακτινογραφίες πρέπει να πραγματοποιούνται σε προσθιοπίσθια και βατραχοειδή θέση. Το μόνο αρνητικό στοιχείο είναι το γεγονός πως σε αρκετές περιπτώσεις (όταν βγουν ακτινογραφίες σε σύντομο διάστημα μετά την εμφάνιση της Perthes), δεν απεικονίζουν το πρόβλημα.
Άλλες απεικονιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι: Το σπινθηρογράφημα (προσδιορίζει την εστία, αλλά και την έκταση των ισχαιμικών αλλοιώσεων), το δυναμικό αρθρογράφημα, το υπερηχογράφημα και η μαγνητική τομογραφία (η τελευταία βοηθά στο να εντοπιστεί και να αναλυθεί ο βαθμός εκφύλισης των δομών).

 

ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Είναι απαραίτητο να γίνει η διαφορική διάγνωση της νόσου Perthes, σε σχέση με άλλες παθολογικές καταστάσεις του ισχίου που εμφανίζονται στις συγκεκριμένες ηλικίες, όπως: α) Η σηπτική αρθρίτιδα (εμπλέκεται ο βακτηριακός παράγοντας), β) η επιφυσιολίσθηση (οπίσθια μετατόπιση της άρθρωσης), και κυρίως γ) η παροδική υμενίτιδα του ισχίου. Ως προς την τελευταία, εκτός των υπολοίπων, πρέπει να αναφερθεί πως σε ένα ποσοστό της τάξεως έως και 10% των ασθενών με παροδική υμενίτιδα, αναπτύσσεται άσηπτη νέκρωση της κεφαλής σε διάστημα 3-7 μήνες μετά τη διάγνωση (Haueisen DC et al, 1986).

 

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Πρωτεύοντα στόχο της θεραπείας μετά της διάγνωση της οστεοχονδρίτιδας ισχίου, αποτελεί η διατήρηση της ορθής θέσης της κεφαλής του μηριαίου οστού μέσα στην κοτύλη (καλή επικέντρωση μηριαίας κεφαλής και ομόκεντρη θέση αυτής σε σχέση με την κοτύλη). Αν επιτευχθεί ο στόχος, διασφαλίζεται σε μεγάλο βαθμό η μακροχρόνια βιωσιμότητα, η φυσιολογική σφαιρικότητα και κατ’ επέκταση η λειτουργικότητα της άρθρωσης (Χαντζίδης Π, 2016).
Ο τρόπος αντιμετώπισης της Perthes εξαρτάται από την ηλικία, τη βαρύτητα και χρονιότητα των βλαβών, καθώς και από το αν η νόσος έχει αμφοτερόπλευρη μορφή. Επίσης, πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν άλλες πιθανές παθήσεις, που ενδεχομένως να συνυπάρχουν με την οστεοχονδρίτιδα (Lacuire F, 2002).

Σε μέτριας βαρύτητας καταστάσεις (για παράδειγμα), οι χειρουργικές επεμβάσεις δεν είναι βέβαιο πως υπερέχουν ως προς το αποτέλεσμα, σε σχέση με τη συντηρητική θεραπεία χρήσης ναρθήκων Τhomas (Lahdes-Vasama TT et al, 1997). Σε περιπτώσεις εκταταμένης προσβολής, συνιστάται η χειρουργική επέμβαση (οστεοτομία τύπου ραιβότητας), με ικανοποιητικά έως πολύ θετικά αποτελέσματα (Joseph B et al, 2003).

 

ΦΥΣΙΚΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Ο κυριότερος στόχος της φυσικοθεραπείας στη συγκεκριμένη νόσο, είναι το να συντελέσει σημαντικά στην καλύτερη δυνατή αποκατάσταση της λειτουργικότητας-ανεξαρτησίας των παιδιών και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους. Σπουδαίος παράγων της θεραπευτικής διαδικασίας είναι ο έλεγχος του επιπέδου του πόνου που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την πάθηση (Καλαϊτζή Χρ, 2016).
Η φυσικοθεραπεία, ανάλογα με την περίπτωση, περιλαμβάνει:

1) Ορθή εκμάθηση της χρήσης των κατάλληλων βοηθητικών μέσων βάδισης ή και του τρόπου τοποθέτησης των ναρθήκων.

2) Συμβουλές για αποφυγή αθλημάτων ή δραστηριοτήτων που κρίνονται ως υψηλής επικινδυνότητας (αθλήματα επαφής, άλματα, βαθιά καθίσματα).

3) Ασκήσεις προοδευτικής βελτίωσης του εύρους κίνησης της άρθρωσης και της ενίσχυσης της μυϊκής αντοχής, δύναμης, ελαστικότητας, και του συντονισμού των κινήσεων.

4) Ασκήσεις τόνωσης των ισορροπιστικών αντιδράσεων και της ιδιοδεκτικότητας.

5) Επανεκπαίδευση καθημερινών λειτουργικών δραστηριοτήτων, όπως είναι η σωστή βάδιση και το ανεβοκατέβασμα σκάλας (Καλαϊτζή Χρ, 2016).

Σημαντικό ρόλο στη λειτουργική αποκατάσταση της συγκεκριμένης ομάδος πασχόντων έχει και η εξατομικευμένη υδροθεραπεία. Εκτός του ότι εκγυμνάζει τους ασθενείς σε συνθήκες σωματικής ασφάλειας, δρα θετικά και στον ψυχολογικό τομέα (Καλαϊτζή Χρ, 2016).

Μετά τη συγκεκριμένη ανάλυση γίνεται κατανοητό πως η πορεία αποκατάστασης μπορεί να διαρκέσει από μερικούς μήνες έως και χρόνια, σε ορισμένες περιπτώσεις.

Οπότε, η σωστή και διαρκής συνεργασία των επιστημόνων της θεραπευτικής ομάδος, αλλά και η έγκαιρη και πλήρης ενημέρωση του οικογενειακού περιβάλλοντος ως προς την κλινική εικόνα των μικρών ασθενών. Πρέπει να γίνει σαφές πως και οι ίδιοι οι γονείς οφείλουν να στηρίζουν τη θεραπεία και ότι αποτελούν κι εκείνοι σημαντικό τμήμα της διαδικασίας αποθεραπείας τού παιδιού τους.

Στις περιπτώσεις όπου συμβαίνει αυτό, τα αποτελέσματα σε όλους τους τομείς (σωματικά, ψυχολογικά και συνολικά λειτουργικά) είναι σαφώς ανώτερα.